Η ΜΑΣΚΑ ΠΟΥ ΦΟΡΑΣ

Η ζωή πολλές φορές θυμίζει θεατρική παράσταση. Ο καθένας διαλέγει το προσωπείο που του ταιριάζει και επιλέγει να παίξει έναν συγκεκριμένο ρόλο, ίσως μάλιστα και ένα ρόλο που θα πρεσβεύει σε ολόκληρη τη ζωή του. 
Γιατί συμβαίνει αυτό στους ανθρώπους? 
Γιατί προτιμάμε να φοράμε μία μάσκα από το να δείχνουμε αυτό που πραγματικά είμαστε, να λέμε αυτό που πραγματικά σκεφτόμαστε, να κάνουμε αυτό που πραγματικά επιθυμούμε.


Στην ιδέα της κριτικής και της αποδοκιμασίας, δύο έννοιες που το άτομο φοβάται και τις αποφεύγει, διαλέγει να υποκριθεί έναν ρόλο, κάτι που στην πραγματικότητα δεν είναι, για να μην μπει στην διαδικασία κριτικής από τους άλλους ή ακόμη και της συμπόνιας. Ειδικότερα η συμπόνια είναι κάτι που το άτομο προσπαθεί να αποφύγει, δεν θέλει κανείς να τον λυπάται.

Πόσες φορές έχετε υποκριθεί ότι περνάτε καλά σε ένα πάρτι? Ότι η σχέση σας με τον σύντροφό σας είναι θαυμάσια? Ότι η οικονομική και η επαγγελματική σας ζωή είναι άκρως ικανοποιητική? Ότι συμπαθείτε κάποιον ακόμη και αν συμβαίνει το άκρως αντίθετο? Βλέπουμε ότι το προσωπείο φοριέται σε πολλές πτυχές και φάσεις της καθημερινότητας.

Συνήθως τείνουμε όταν φοράμε μία μάσκα να δημιουργούμε αργά ή γρήγορα μία νέα ταυτότητα για εμάς, κάτι για εμάς που ενώ δεν είναι πραγματικότητα καταλήγουμε να το πιστεύουμε και εμείς οι ίδιοι. Για παράδειγμα το επάγγελμα που διαλέξαμε να κάνουμε συνειδητοποιούμε ότι δεν είναι το κατάλληλο για εμάς και όμως προσπαθούμε να πείσουμε και το κοντινό μας περιβάλλον και τον ίδιο μας τον εαυτό ότι είναι ότι καλύτερο μας έχει συμβεί. Γιατί άραγε?

Προτιμάμε  να παραπλανούμε τους άλλους και κυρίως να κοροϊδεύουμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Η μάσκα δημιουργεί μία αίσθηση δύναμης, ανωτερότητας και σίγουρα μία έντονη επιρροή προς τον ΄΄θεατή΄΄. Με το δείχνουμε κάτι που δεν είμαστε, απελευθερωνόμαστε, γινόμαστε αυτόματα πιο τολμηροί.

Η μάσκα τόσο σαν υλικό αντικείμενο(απόκρια), όσο και σαν κάτι άυλο που φοράμε στην καθημερινότητά μας, έχει διττή χρήση: να κρύψει και να φανερώσει ταυτόχρονα. Να κρύψει αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα και να φανερώσει αυτό που θα θέλαμε να είμαστε ή αυτό που φοβόμαστε να είμαστε. Από παιδιά ακόμα μαθαίνουμε να ζούμε με αυτή. Στην πάροδο, όμως, του χρόνου τείνουμε να αλλάζουμε πολλές μάσκες: παιδί, συμμαθητής, γκόμενα, γονιός, σύζυγος, θύμα, θύτης.

Κάποια στιγμή όσο μεγαλώνουμε, όλοι μας θυμούνται και μας έχουν στο μυαλό τους με κάποιο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό: ο χαμογελαστός Γιώργος, η τολμηρή Μαρία, η ευτυχισμένη μανούλα, ο επιτυχημένος δικηγόρος. Τι συμβαίνει, όμως, όταν χρειάζεται να αλλάξουμε μάσκα ή καλύτερα να την βγάλουμε? Πόσο εύκολο είναι αυτοί που μας βλέπουν χρόνια ολόκληρα με μία συγκεκριμένη μάσκα, να συνηθίσουν  τη νέα μας μορφή?

Το παραπάνω αποδεικνύει ότι τα πάντα είναι ρευστά στην ζωή, αλλάζουν και σίγουρα μας αλλάζουν. Από μία καλή δουλεία μπορεί να βρεθούμε άνεργοι, από έναν ευτυχισμένο γάμο μπορεί να βρεθούμε χωρισμένοι με παιδιά και το αντίθετο. Γιατί να υποκρινόμαστε  ότι είμαστε ευτυχισμένοι και πάντα κάτι άλλο
Σίγουρα το να ξέρουν οι άλλοι πώς πραγματικά είμαστε, να μας κρίνουν και ίσως να μας συμπονούν, πονάει. Πονάει, όμως, εξίσου πολύ αυτή η άχρηστη μάσκα που φοράμε, που μας παραμορφώνει, που μας κάνει να θυμόμαστε με δάκρυα στιγμές που ζήσαμε μαζί της και στιγμές που δεν ζήσαμε εξαιτίας της.

Ας βγάλουμε τις μάσκες που φοράμε! Ας δεχτούμε και ας αγαπήσουμε αυτό που είμαστε, αυτό που κάνουμε, αυτό που νιώθουμε. Δύσκολο το ταξίδι της αυτογνωσίας, της επίγνωσης και της αυτοεκτίμησης. Σίγουρα, όμως, πιο δύσκολο το βάρος ενός ψεύτικου προσωπείου.


Ας αφήσουμε τις μάσκες μόνο για τις απόκριες! Είναι η θέση που τις αναλογεί!